Έχω δυσκολία να μείνω έγκυος

Θα πρέπει να γνωρίζετε ότι δεν είστε μόνοι, μιας και την επίπονη εμπειρία διαπίστωσης προβλήματος σύλληψης, αντιμετωπίζουν περίπου ένα στα έξι ζευγάρια σήμερα. Στο ιατρείο, με την εξειδικευμένη μας γνώση στο αντικείμενο, την μεγάλη κλινική εμπειρία στα προβλήματα υπογονιμότητας καθώς και τον τεχνολογικό εξοπλισμό αιχμής που χρησιμοποιούμε, είμαστε σε θέση να σας βοηθήσουμε ώστε το όνειρό σας να γίνει πραγματικότητα. Ενώ καμιά θεραπεία υπογονιμότητας δεν μπορεί να εγγυηθεί πάντα επιτυχία, εδώ μπορούμε να σας προσφέρουμε τις μεγαλύτερες επιστημονικά δυνατές  πιθανότητες επιτυχίας, και τα αποτελέσματά μας είναι η καλύτερη απόδειξη.

Ακόμη και ένα φυσιολογικά γόνιμο ζευγάρι κάτω των 30 ετών με τακτικές σεξουαλικές επαφές, έχει πιθανότητα να συλλάβει φυσικά περίπου 20% κάθε μήνα. Συνεπώς η σύλληψη ένα συγκεκριμένο μήνα δεν είναι και τόσο εύκολη υπόθεση. Αν είστε κάτω των 35 ετών και δεν έχετε επιτύχει εγκυμοσύνη μετά από 1 χρόνο προσπαθειών, είναι καλό να αναζητήσετε την συμβουλή του εξειδικευμένου γυναικολόγου αναπαραγωγής για ένα πρώτο έλεγχο.

Δεδομένου ότι η γονιμότητα στην γυναίκα μειώνεται μετά την ηλικία των 35 ετών και ιδιαίτερα γρήγορα μετά τα 40, συστήνουμε να αναζητήσετε ιατρική συμβουλή από ειδικό μετά από 6 μήνες αποτυχημένων προσπαθειών στην περίπτωση που είστε πάνω από 35-37 ετών.

 

Τύποι υπογονιμότητας

Η υπογονιμότητα μπορεί να χωριστεί σε δύο κατηγορίες: Πρωτοπαθής και δευτεροπαθής. Η πρωτοπαθής υπογονιμότητα αναφέρεται στις περιπτώσεις εκείνες που το ζευγάρι δεν έχει συλλάβει ποτέ. Η δευτεροπαθής υπογονιμότητα αναφέρεται στις υπόλοιπες περιπτώσεις όπου το ζευγάρι είχε συλλάβει στο παρελθόν αλλά υπάρχει δυσκολία για επομένη φορά.

 

Αίτια υπογονιμότητας

Πολλοί μπορεί να είναι οι παράγοντες που δεν αφήνουν ένα ζευγάρι να τεκνοποιήσει. Mπορεί να ευθύνεται η γυναίκα (γυναικεία υπογονιμότητα) ή ο άντρας (αντρική υπογονιμότητα) σε ίδιο περίπου ποσοστό, ή και οι δυο σύντροφοι. Σημαντικό είναι και το ποσοστό της ανεξήγητης υπογονιμότητας, όταν δεν ανευρίσκεται άμεσα εμφανής αιτία.

Ο γυναικείος παράγοντας αφορά τις ωοθήκες που πρέπει να παράγουν φυσιολογικά ωάρια, των οποίων να είναι δυνατή η ελευθέρωση και η γονιμοποίηση. Οι σάλπιγγες πρέπει θα πρέπει να είναι διαβατές για να επιτρέπουν την άνοδο των σπερματοζωαρίων και την κάθοδο του εμβρύου. Το ενδομήτριο πρέπει να είναι φυσιολογικό, παχύ και ικανό για τη σωστή εμφύτευση του γονιμοποιημένου ωαρίου και την ομαλή εμβρυική ανάπτυξη. Ινομυώματα, πολύποδες ενδομητρίου, συμφύσεις από προηγούμενες εγχειρήσεις, φλεγμονές των αναπαραγωγικών οργάνων (όπως πυελική φλεγμονή, η οποία μπορεί να προκλήθηκε στο παρελθόν από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως τα χλαμύδια και η βλεννόρροια), ενδομητρίωση, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, πρόωρη εμμηνόπαυση κ.α. μπορεί να είναι αιτίες γυναικείας υπογονιμότητας

Ο ανδρικός παράγοντας αφορά τη φυσιολογική λειτουργία των γεννητικών οργάνων του άνδρα. Θα πρέπει οι όρχεις να παράγουν ικανοποιητική ποιότητα και ποσότητα σπέρματος, να μην υπάρχουν φλεγμονές και ο ανδρικός γεννητικός σωλήνας θα πρέπει να είναι φυσιολογικός χωρίς ενδείξεις απόφραξης.

Ηλικία

Τα τελευταία χρόνια οι γυναίκες (ή τα ζευγάρια) αποφασίζουν να κάνουν παιδιά σε μεγαλύτερες ηλικίες, εξαιτίας του σύγχρονου και απαιτητικού τρόπου ζωής.
Σίγουρα υπάρχουν κάποιες γυναίκες που έκαναν παιδί σε μεγαλύτερη ηλικία, π.χ. κοντά στα 45, όμως απλά αποτελούν μεμονωμένες, τυχαίες περιπτώσεις. Για την συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών η μείωση της αναπαραγωγικής ικανότητας αρχίζει  μετά τα 30 έτη, επιταχύνεται στην ηλικία μεταξύ των 35 και 40 ετών και σχεδόν μηδενίζεται μέχρι τα 44-45 έτη.

Το πρόβλημα είναι ο αριθμός και η ποιότητα των ωαρίων της γυναίκας, συνεπώς και η ποιότητα των εμβρύων που δημιουργούνται σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας. Ταυτόχρονα, όσο αυξάνει η ηλικία της γυναίκας, τόσο αυξάνει και ο κίνδυνος αποβολών (10-15% κάτω των 35, πάνω από 30% σε ηλικίες άνω των 40 ετών), κυρίως λόγω του αυξημένου κινδύνου χρωμοσωμικών ανωμαλιών.
Η ηλικία της γυναίκας λοιπόν είναι ο πιο καθοριστικός παράγοντας για την επίτευξη εγκυμοσύνης για αυτό και ο χρόνος είναι σημαντικός, ειδικότερα για γυναίκες με χαμηλή γονιμότητα.

Όπως γίνεται αντιληπτό, η ηλικία είναι σημαντική όταν η γυναίκα χρησιμοποιεί τα δικά της ωάρια. Αντίθετα σε περίπτωση που χρησιμοποιηθούν ωάρια δότριας τότε παίζει ρόλο η ηλικία της δότριας, ενώ δεν παίζει ρόλο πια η ηλικία της γυναίκας που επιθυμεί να κυοφορήσει.

Η ηλικία του άντρα φαίνεται ότι δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία, αν και παρατηρείται μια φυσιολογική φθορά στο σπέρμα κυρίως μετά τα 45-50 χρόνια.